- πτωμαΐνη
- ητοξική ουσία που σχηματίζεται στα πτώματα που σαπίζουν.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
πτωμαΐνη — η, Ν (βιοχ.) αμινική ουσία που προέρχεται από την αποσύνθεση τών πρωτεϊνών με ενζυματική αποκαρβοξυλίωση. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. ptomaine (< πτώμα + κατάλ. ine τής χημ. ορολογίας). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην εφημερίδα… … Dictionary of Greek